Ιός που μολύνει σχεδόν όλα τα παιδιά φαίνεται πως μπορεί να συνδέεται με τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης — και οι επιστήμονες αρχίζουν πλέον να χαρτογραφούν την αλυσιδωτή αντίδραση που ενώνει τις δύο παθήσεις.
Είναι ήδη γνωστό ότι τα άτομα που υποβάλλονται σε μεταμόσχευση νεφρού έχουν τριπλάσιο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου της ουροδόχου κύστης σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Οι ερευνητές υποθέτουν ότι, επειδή οι μεταμοσχευμένοι ασθενείς λαμβάνουν ανοσοκατασταλτική αγωγή, «κοιμώμενοι» ιοί που παραμένουν στο σώμα βρίσκουν την ευκαιρία να επανενεργοποιηθούν.

Μεταξύ αυτών των λανθανόντων παθογόνων βρίσκεται και ο ιός BK (BKV), γνωστός και ως ανθρώπινος πολυομαϊός τύπου Ι — ένας κοινός ιός του κρυολογήματος που μολύνει περίπου το 95% των ανθρώπων στην παιδική ηλικία. Μετά την αρχική λοίμωξη, ο ιός παραμένει σε λανθάνουσα κατάσταση στους νεφρούς. Αυτό εγερεί το κρίσιμο ερώτημα: μπορεί ο ιός BK να συμβάλλει στην εμφάνιση καρκίνου πολλά χρόνια μετά την αρχική μόλυνση;
Σε πρόσφατη δημοσιευμένη μελέτη, οι ερευνητές έδειξαν ότι ο ιός μπορεί να προκαλέσει τον ίδιο τύπο βλάβης στο DNA που παρατηρείται και στον καρκίνο της ουροδόχου κύστης αργότερα στη ζωή. Ωστόσο, αντί να εντοπίσουν μεταλλάξεις που προκαλούνται άμεσα από τον ιό, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι ο πραγματικός «ένοχος» ήταν το ίδιο το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού.
Συνδέοντας τα κομμάτια του ιικού παζλ
Υπάρχουν αρκετοί τύποι ιογενών λοιμώξεων που μπορούν να οδηγήσουν σε καρκίνο. Ορισμένοι ιοί, όπως ο HPV, «καταλαμβάνουν» τα κύτταρα του ξενιστή και ενσωματώνουν το γενετικό τους υλικό στο ανθρώπινο γονιδίωμα, μετατρέποντας το κύτταρο σε καρκινικό. Ωστόσο, σε ορισμένους καρκίνους —όπως αυτούς που ξεκινούν στην ουροδόχο κύστη— δεν ανιχνεύεται ενεργός ιός, παρότι υπάρχουν γενετικά ίχνη που υποδηλώνουν προηγούμενη ιογενή λοίμωξη.
«Από τη δεκαετία του 1950, επικρατεί η άποψη ότι το κάπνισμα και η έκθεση σε βιομηχανικές ουσίες αποτελούν τους βασικούς παράγοντες κινδύνου για τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης», δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, Simon Baker, ερευνητής καρκίνου στο Πανεπιστήμιο του York στο Ηνωμένο Βασίλειο. «Ωστόσο, τα μοτίβα μεταλλάξεων στο DNA που βλέπουμε στους καρκίνους της ουροδόχου κύστης διαφέρουν από εκείνα που προκαλούνται από χημικές καρκινογόνες ουσίες».
Αντίθετα, οι όγκοι φέρουν μεταλλακτικά «αποτυπώματα» που είναι γνωστό ότι προκαλούνται από μια οικογένεια ενζύμων που ονομάζονται APOBEC. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, τα ένζυμα αυτά αποτελούν μέρος της πρώτης γραμμής άμυνας του οργανισμού ενάντια σε ιούς και άλλα παθογόνα.

Αυτή ήταν η παρατήρηση των ερευνητών, αφού πήραν υγιή ανθρώπινα κύτταρα της ουροδόχου κύστης και τα μόλυναν στο εργαστήριο με τον ιό BK. Διαπίστωσαν συγκεκριμένα, ότι τα κύτταρα όχι μόνο εμφάνιζαν μεταλλάξεις παρόμοιες με εκείνες που παρατηρούνται στον καρκίνο της ουροδόχου κύστης, αλλά και ότι αύξαναν τη δραστηριότητα του APOBEC3, ενός ενζύμου που καταστρέφει ιικά γονιδιώματα ως αντίδραση στη λοίμωξη.
Όταν οι επιστήμονες απενεργοποίησαν το APOBEC3 και στη συνέχεια μόλυναν τα κύτταρα με τον ιό BK, η βλάβη στο DNA δεν εμφανίστηκε. Το εύρημα αυτό υποδηλώνει ότι η βλάβη προκαλείται από το ένζυμο του ίδιου του κυττάρου — και όχι από τον ιό άμεσα.
Επιπλέον, οι ερευνητές εντόπισαν αυξημένη έκφραση APOBEC3 και καρκινικές γενετικές μεταλλάξεις σε γειτονικά κύτταρα που δεν είχαν μολυνθεί από τον ιό. Αυτό σημαίνει ότι ένα κύτταρο δεν χρειάζεται να περιέχει τον ίδιο τον ιό για να συσσωρεύσει μεταλλάξεις που πυροδοτούνται από μια λοίμωξη αλλού στο σώμα.
«Αυτό ήταν απρόσμενο», δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας. «Αλλά στην πραγματικότητα βγάζει νόημα, γιατί οι καρκίνοι της ουροδόχου κύστης δεν περιέχουν ιούς». Το εύρημα αυτό αρχίζει να ξετυλίγει τη σύνδεση ανάμεσα σε ιογενείς λοιμώξεις της παιδικής ηλικίας και καρκίνους που διαγιγνώσκονται πολλές δεκαετίες αργότερα.
Η επιστημονική μελέτη έχει δημοσιευθεί στο περιοδικό Science Advances.