Η 24η Μαρτίου έχει καθιερωθεί ως Παγκόσμια Ημέρα Φυματίωσης με στόχο την ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με αυτή τη λοιμώδη ασθένεια, που εξακολουθεί να αποτελεί παγκόσμια υγειονομική πρόκληση. Πρόκειται για μία βακτηριακή λοίμωξη, από το βακτήριο Mycobacterium tuberculosis και προσβάλλει κυρίως τους πνεύμονες, αν και μπορεί να επηρεάσει και άλλα όργανα του σώματος. Παρά την ύπαρξη αποτελεσματικής θεραπείας, η ασθένεια παραμένει μία από τις 10 κύριες αιτίες θανάτου παγκοσμίως, ειδικά σε χώρες με περιορισμένους πόρους.
Ο Δρ. Robert Koch ταυτοποίησε τη φυματίωση (TB) το 1882. Παρά τη σημαντική αυτή ανακάλυψη, η φυματίωση παραμένει μία από τις μεγαλύτερες απειλές για την ανθρώπινη ζωή. Αρχικά, η θεραπεία βασιζόταν στη σωστή διατροφή, την ανάπαυση και άλλες μη φαρμακευτικές μεθόδους, μέχρι την ανακάλυψη της στρεπτομυκίνης και του παρα-αμινοσαλικυλικού οξέος (PAS) τη δεκαετία του 1940, καθώς και της ισονιαζίδης τη δεκαετία του 1950. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960, ένα θεραπευτικό σχήμα τεσσάρων φαρμάκων—ριφαμπικίνη, ισονιαζίδη, πυραζιναμίδη και εθαμβουτόλη—είχε καθιερωθεί παγκοσμίως και εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ευρέως έως σήμερα. Η ανάπτυξη αυτού του συνδυασμού συνέβαλε σημαντικά στη μείωση των κρουσμάτων φυματίωσης σε παγκόσμιο επίπεδο. Ωστόσο, η πρόοδος αυτή στον τομέα της φαρμακευτικής αγωγής δεν εξελίχθηκε στον ίδιο βαθμό σε όλες τις χώρες και κοινωνικοί και οικονομικοί παράγοντες όπως η φτώχεια, αλλά και η εμφάνιση του HIV/AIDS καθώς και η αυξανόμενη ανθεκτικότητα στα φάρμακα, κατέστησε τη θεραπεία πιο περίπλοκη. Παρά τις παγκόσμιες προσπάθειες, η ανάπτυξη νέων αποτελεσματικών φαρμάκων και εμβολίων για τη φυματίωση σταμάτησε μετά τη μείωση των κρουσμάτων στις πιο εύπορες χώρες. Αυτό οδήγησε σε ένα κενό άνω των σαράντα ετών μεταξύ της ανάπτυξης της ριφαμπικίνης και της επόμενης καινοτόμου αντιφυματικής θεραπείας, της βεδακιλίνης (Cernasev et al., 2024).
Υπολογίζεται ότι το ένα τέταρτο του παγκόσμιου πληθυσμού είναι μολυσμένο με Mycobacterium tuberculosis, και το 5-10% αυτών θα νοσήσει κατά τη διάρκεια της ζωής του. Η πρόληψη κατά της φυματίωσης αποτελεί το λιγότερο εφαρμοζόμενο, αλλά απαραίτητο, μέτρο για τον περιορισμό της επιδημίας της φυματίωσης. Αντίθετα με την παλαιότερη αντίληψη που τη χώριζε σε δύο διακριτές καταστάσεις, σήμερα αναγνωρίζεται ότι η μετάβαση από τη μόλυνση στη νόσο είναι μια δυναμική και πολύπλοκη διαδικασία. Η κατανόηση των παραγόντων που καθορίζουν τη μετάβαση μεταξύ αυτών των καταστάσεων είναι κρίσιμη για τη μείωση των περιστατικών της φυματίωσης και την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής END-TB, όπως ορίζονται από τον ΠΟΥ. Ο εμβολιασμός, η ανίχνευση της λοίμωξης και η παροχή θεραπείας αποτελούν βασικά στοιχεία της πρόληψης κατά της φυματίωσης. Μετά από μία μακρά περίοδο στασιμότητας, αρκετά εμβόλια βρίσκονται σε φάση ανάπτυξης, και τουλάχιστον δώδεκα υποψήφια νέα εμβόλια κατά της φυματίωσης βρίσκονται στο στάδιο των κλινικών δοκιμών (Vasiliu et al., 2024).
Το εμβόλιο Bacille Calmette-Guérin (BCG) είναι τo πιο ευρέως χρησιμοποιούμενο εμβόλιο κατά της φυματίωσης παγκοσμίως και χρησιμοποιείται για περισσότερα από 100 χρόνια. Παρέχει αποτελεσματική προστασία σε βρέφη και παιδιά, αλλά δεν προσφέρει επαρκή προστασία στους ενήλικες. Έχει προταθεί ότι το BCG μπορεί να προσφέρει αποτελεσματική προστασία για 10–15 χρόνια. Συνεπώς, είναι επειγόντως αναγκαία η ανάπτυξη νέων εμβολίων κατά της φυματίωσης που να είναι πιο αποτελεσματικά από το BCG ή ικανά να ενισχύσουν την ανοσία που προκαλεί το BCG (Li et al., 2024)
Στη μάχη κατά της φυματίωσης, ο ρόλος του φαρμακοποιού είναι κομβικός, τόσο στην πρόληψη όσο και στη διαχείριση της νόσου. Ως ένας από τους πιο προσβάσιμους επαγγελματίες υγείας, ο φαρμακοποιός έχει τη δυνατότητα να παρέχει σωστή καθοδήγηση, να προάγει τη συμμόρφωση στη θεραπεία και να λειτουργεί ως σύνδεσμος ανάμεσα στον ασθενή και το υπόλοιπο σύστημα υγείας.
Την τελευταία δεκαετία, οι φαρμακοποιοί σε όλο τον κόσμο έχουν διευρύνει το πεδίο δραστηριότητάς τους και έχουν ενσωματωθεί σε διεπιστημονικές ομάδες που περιλαμβάνουν γιατρούς, νοσηλευτές, κοινωνικούς λειτουργούς και εργαστηριακό προσωπικό. Oι φαρμακοποιοί αναγνωρίζονται πλέον ως βασικοί παράγοντες του συστήματος υγείας (Cernasev et al., 2024).
Ως επαγγελματίες πρώτης γραμμής στην υγειονομική περίθαλψη, οι φαρμακοποιοί είναι σε θέση να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στον εντοπισμό πιθανών περιστατικών φυματίωσης και παραπομπή ατόμων στις κατάλληλες υγειονομικές μονάδες, καθώς και σε επίπεδο συμβουλευτικής σχετικά με διαγνωστικές εξετάσεις, την πρόληψη και την ορθή λήψη της φαρμακευτικής αγωγής.
Με συνεχή εκπαίδευση και συνεργασία με τις υγειονομικές αρχές, οι φαρμακοποιοί μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στον έλεγχο αυτής της σοβαρής ασθένειας, προωθώντας την υγεία και την ευημερία της κοινότητας.
Βιβλιογραφία
Cernasev, A., Stillo, J., Black, J., Batchu, M., Bell, E. Tschampl, C.A. (2024). Pharmacists’ Role in Global TB Elimination: Practices, Pitfalls, and Potential. Healthcare, 12, 1137. https://doi.org/10.3390/ healthcare12111137
Li F, Dang W, Du Y, Xu X, He P, Zhou Y, Zhu B. (2024). Tuberculosis Vaccines and T Cell Immune Memory. Vaccines. 12, 483. https://doi.org/10.3390/vaccines12050483
Vasiliu, A., Martinez, L., Gupta, R. K., Hamada, Y., Ness, T., Kay, A., Bonnet, M., Sester, M., Kaufmann, S. H., Lange, C., & Mandalakas, A. M. (2024). Tuberculosis prevention: Current strategies and future directions. Clinical Microbiology and Infection, 30, 1123-1130. https://doi.org/10.1016/j.cmi.2023.10.023
