Σε όλο τον κόσμο, οι ενήλικες εξακολουθούν να πεθαίνουν από ασθένειες που μπορούν να προληφθούν με τον εμβολιασμό. Ασθένειες, όπως η γρίπη, ο πνευμονιόκοκκος, η ιλαρά, αλλά και ο κορονοϊός, αποτελούν σημαντική αιτία νοσηρότητας και πρόωρων θανάτων μεταξύ των ενηλίκων.
Ωστόσο, όσο κι αν ο θετικός αντίκτυπος του εμβολιασμού ενηλίκων στη δημόσια υγεία είναι καλά τεκμηριωμένος, τα ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης σε πολλές χώρες παραμένουν χαμηλά.
Παρά την εκτενή δημόσια συζήτηση για την αναγκαιότητα των εμβολιασμών, πολύ λίγες ευρωπαϊκές χώρες έχουν επιτύχει το ποσοστό κάλυψης στόχου 75% για άτομα μεγαλύτερης ηλικίας (≥65 ετών).
Όσο για τον πνευμονιοκοκκικό εμβολιασμό, η υστέρηση του, ιδίως σε ενήλικες με χρόνια νοσήματα (σακχαρώδης διαβήτης, καρδιαγγειακό, κάπνισμα κ.ο.κ.) έχει επισημανθεί με δραματικό τρόπο από τους φορείς δημόσιας υγείας.
Εκτός από τη βελτίωση των κλινικών αποτελεσμάτων για την υγεία, η επίτευξη υψηλών ποσοστών εμβολιαστικής κάλυψης των ενηλίκων, ιδίως ενάντια σε αναπνευστικά νοσήματα όπως η γρίπη, η COVID-19 και οι πνευμονιοκοκκικές λοιμώξεις, θα μπορούσε να προσφέρει σημαντική εξοικονόμηση πόρων στα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης και ορθολογικότερη κατανομή τους.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας παρατηρήθηκε μείωση της εμβολιαστικής κάλυψης σε όλες τις ηλικίες για τα εμβόλια, εκτός αυτού κατά της COVID-19
Σε μια προσπάθεια να εξομαλύνει τη σύγχυση που παρατηρήθηκε στη σειρά και τα μεσοδιαστήματα των επιμέρους εμβολιασμών, η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, όπως και αντίστοιχες συμβουλευτικές επιτροπές σε άλλες χώρες, έδωσε οδηγίες για το χρόνο πραγματοποίησης των εμβολιασμών ρουτίνας σε σχέση με τον εμβολιασμό κατά της COVID-19.
Ειδικότερα αναφέρεται πως «τα εμβόλια COVID-19 mRNA συστήνεται να χορηγούνται με μεσοδιάστημα 7-14 ημερών από τα άλλα εμβόλια. Σε περίπτωση όμως που υπάρχει ανάγκη ταυτόχρονου ή με μικρότερο από το παραπάνω συνιστώμενο μεσοδιάστημα εμβολιασμού με εμβόλια ρουτίνας (π.χ. αντιγριπικό, πνευμονιόκοκκου κτλ.), τότε αυτός διενεργείται κανονικά, χωρίς καθυστέρηση».
Εδώ αξίζει να διευκρινιστεί πως ο αντι-πνευμονιοκοκκικός εμβολιασμός δεν έχει εποχικότητα και κάλλιστα μπορεί να διενεργηθεί σε ευάλωτες ομάδες ασθενών την άνοιξη και το καλοκαίρι.
Έτσι αποφεύγεται κι ο «συνωστισμός» εμβολιασμών τους φθινοπωρινούς και χειμερινούς μήνες.
Η πρόσβαση σε εμβολιασμούς μπορεί να διευρυνθεί με την συνέργεια των φαρμακοποιών κατά τη διάρκεια επιδημιών και πανδημιών
Οι φαρμακοποιοί διαθέτουν υψηλή κατάρτιση κι έχουν κερδίσει το σεβασμό των ασθενών. Έχουν τεκμηριωμένη εκπαίδευση και εμπειρία στη χορήγηση εμβολίων, στη λήψη ιστορικού φαρμάκων, στην παροχή συμβουλών και στη διαχείριση ανεπιθύμητων ενεργειών που σχετίζονται με τη φαρμακευτική αγωγή.
Οι συστάσεις και οι διευκρινίσεις των φαρμακοποιών, έχει αποδειχθεί ότι έχουν αποφασιστικό αντίκτυπο στα ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης.
Οι φαρμακοποιοί λοιπόν καλούνται να διαδραματίσουν κομβικό ρόλο στη διενέργεια των απαιτούμενων εμβολιασμών, ιδίως στη διάρκεια μιας πανδημίας.
Πόπη Χαραμή, Φαρμακοποιός