Ερεθισμός, κάψιμο, πόνος… είναι μερικά από τα συνηθέστερα συμπτώματα που ενδέχεται να βιώσει μία γυναίκα, κατά τη διάρκεια της ζωής της, στην ευαίσθητη περιοχή. Οι ενοχλήσεις αυτές ποικίλλουν σε ένταση και μορφή, επηρεαζόμενες από ορμονικές μεταβολές καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής – από την εφηβεία έως και την εμμηνόπαυση.
Η έγκαιρη αναγνώριση και διαχείριση των συμπτωμάτων της κυστίτιδας είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της γεννητικής υγείας, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην ποιότητα ζωής, τόσο των νεαρών κοριτσιών όσο και των ενήλικων και ηλικιωμένων γυναικών.
Διαβάστε όλο το τεύχος Π’ 67 Σεπτεμβρίου
Λίγη παθοφυσιολογία
Η κυστίτιδα αποτελεί μία παθολογική κατάσταση, χαρακτηριζόμενη από συχνές και επείγουσες παρορμήσεις για ούρηση, με την εκδήλωση παράλληλα καψίματος και πόνου, καθώς και αισθήματος βάρους στην κάτω κοιλιακή χώρα. Στο 75 έως 90% των περιπτώσεων, το βακτήριο E. coli αποτελεί το αίτιο. Επηρεάζει κυρίως τις γυναίκες, από τις οποίες σχεδόν οι μισές θα υποφέρουν από τουλάχιστον ένα επεισόδιο ουρολοίμωξης κατά τη διάρκεια της ζωής τους.
Αρκετοί παράγοντες κινδύνου έχουν εντοπιστεί: σεξουαλική επαφή με τη χρήση σπερματοκτόνου, πρόπτωση γεννητικών οργάνων, ακράτεια ούρων, δυσκοιλιότητα, εγκυμοσύνη, κολπική ξηρότητα, ανωμαλίες της ουρογεννητικής οδού (λιθίαση, όγκοι, στένωση της ουρήθρας κ.λπ.), επαναλαμβανόμενος καθετηριασμός ούρων, ορισμένες παθολογίες όπως ο διαβήτης, η σκλήρυνση κατά πλάκας, καθώς και η φαρμακευτική αγωγή με αντιχολινεργικά, οπιούχα και νευροληπτικά.
Οι ενοχλήσεις που εκδηλώνονται συνδέονται επίσης με διάφορους παράγοντες όπως: ορμονικούς (εγκυμοσύνη, εμμηνόπαυση), λήψη φαρμακευτικής αγωγής, υπερβολική ή ανεπαρκής προσωπική υγιεινή, χρήση ερεθιστικών εσωρούχων, σεξουαλική επαφή, κόπωση κ.λπ.
Σε περίπτωση απλού επεισοδίου κυστίτιδας ή υποτροπιάζουσας κυστίτιδας, συνιστάται η λήψη πολλών υγρών για συχνή ούρηση, καθώς και προσοχή στην προσωπική υγιεινή. Επίσης συνιστάται η ούρηση μετά από κάθε σεξουαλική επαφή. Έναν επιπλέον παράγοντα κινδύνου αποτελεί και η δυσκοιλιότητα, η οποία πρέπει να αντιμετωπιστεί. Θα πρέπει ακόμη να αποφεύγεται η χρήση στενών παντελονιών , αλλά και εσωρούχων από συνθετικές ίνες.
Τονίζεται ακόμη, η σημασία της ισορροπημένης μικροχλωρίδας στο ουρογεννητικό σύστημα. Τα κυριότερα προστατευτικά είδη γαλακτοβακίλλων είναι: Lactobacillus crispatus, Lactobacillus gasseri και Lactobacillus jansenii , τα οποία σταδιακά αποικίζουν το ουρογεννητικό σύστημα υπό τη δράση οιστρογόνων, από την εφηβεία και μετά. Δρουν διεγείροντας την τοπική ανοσία, παράγοντας ανασταλτικές ουσίες (γαλακτικό οξύ, υπεροξείδιο του υδρογόνου) και αναστέλλοντας την πρόσφυση των παθογόνων.
Σε περίπτωση διατάραξης της φυσιολογικής μικροχλωρίδας, αναπτύσσονται παθογόνα και προκαλούν λοίμωξη, κολπική ξηρότητα, διαταραχές του ενδομητρίου.
Οι κυριότεροι από τους παράγοντες που μπορεί να οδηγήσουν στη διατάραξη της φυσιολογικής μικροχλωρίδας είναι: θεραπεία με αντιβιοτικά, κάπνισμα, μειωμένα επίπεδα οιστρογόνων στην εμμηνόπαυση ή μετά τον τοκετό, συχνές αλλαγές συντρόφων, ο διαβήτης, το υπερβολικό βάρος, το χρόνιο στρες κ.λπ.
Υγιεινή ευαίσθητης περιοχής
Καθότι τα κοινά σαπούνια και αφρόλουτρα βλάπτουν το υδρολιπιδικό φιλμ και οδηγούν σε ξηρότητα των βλεννογόνων, η υγιεινή της ευαίσθητης περιοχής συνίσταται να γίνεται με ειδικά προϊόντα, προσαρμοσμένα στις ανάγκες της περιοχής. Τα προϊόντα υγιεινής με φυσικά αντισηπτικά όπως το θυμάρι μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε συγκεκριμένες καταστάσεις (εμμηνόρροια, εγκυμοσύνη, μετά τον τοκετό) χωρίς επιβλαβείς επιπτώσεις στη μικροχλωρίδα.
Κατά τη διάρκεια της έμμηνου ρύσης, θα πρέπει να δίνεται προσοχή στη σωστή χρήση και τακτική αλλαγή σερβιέτας, ταμπόν, εσωρούχων περιόδου και κυπέλλων εμμήνου ρύσεως. Η προστασία εξαρτάται από την ανατομία, την άνεση και τις ασχολίες κάθε γυναίκας. Ωστόσο, σε περίπτωση πολύ σημαντικού ερεθισμού του αιδοίου, δεν συνιστάται η χρήση σερβιέτας λόγω της τριβής της περιοχής.
Προς τον γιατρό
Εάν η θεραπεία με αντιβιοτικά έχει ξεκινήσει στο πλαίσιο της απλής κυστίτιδας, αλλά τα συμπτώματα επιμένουν για περισσότερο από 7 ημέρες, δύο υποθέσεις είναι πιθανές: αποτυχία της θεραπείας ή διάγνωση που πρέπει να επανεξεταστεί. Επιπλέον, ορισμένοι παράγοντες κινδύνου (διαβήτης, ανωμαλίες του ουρογεννητικού συστήματος, όγκοι, καθετηριασμός ούρων κ.λπ.) ή επιπλοκές (αιματουρία, πυρετός, οσφυαλγία), απαιτούν άμεση ιατρική συμβουλή.
Μπορούν να πραγματοποιηθούν διεξοδικές εξετάσεις (ουρογεννητική κλινική εξέταση, βακτηριολογικές εξετάσεις, απεικόνιση), ώστε να ξεκινήσει μεγαλύτερης διάρκειας χορήγηση αντιβιοτικής θεραπείας. Διαδοχικά πρωτόκολλα αντιβιοτικής θεραπείας, μεταβάλλοντας τη δραστική, μπορούν να συνταγογραφηθούν σε περίπτωση υποτροπιάζουσας κυστίτιδας για 3 έως 4 μήνες.
Φυτοθεραπεία
Το βακκίνιο (Vaccinium) μπορεί να χρησιμοποιηθεί για μια θεραπευτική αγωγή διάρκειας τριών μηνών, μία ή δύο φορές το χρόνο, σε περιπτώσεις ουρολοιμώξεων από E. coli χωρίς διαταραχές στην κένωση της ουροδόχου κύστης. Είναι σημαντικό να προτιμώνται σκευάσματα που περιέχουν εκχυλίσματα βακκινίου πλούσια σε προ-ανθοκυανιδίνες τύπου Α1, σε ελάχιστη δόση των 36 mg.
Στο φαρμακείο διατίθενται επίσης σκευάσματα με κράνμπερι σε συνδυασμό με προβιοτικά στελέχη, καθώς και πρόπολη, για την οποία έχει φανεί in vitro η ικανότητα ενίσχυσης της αποτελεσματικότητας των αντιβιοτικών έναντι παθογόνων μικροοργανισμών. Επιπλέον, η D-μαννόζη μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως συμπληρωματική θεραπεία διάρκειας τριών μηνών, προσφέροντας αναστολή της προσκόλλησης βακτηρίων στο επιθήλιο της ουροδόχου κύστης.
Τα φύλλα της bearberry επίσης, περιέχουν αρβουτίνη, η οποία μεταβολίζεται σε υδροκινόνη με αντισηπτική δράση έναντι του E. coli. Η bearberry περιλαμβάνει επίσης αντιφλεγμονώδεις και διουρητικές τανίνες, που βρίσκονται στα λουλούδια ερείκης. Όσον αφορά το στέλεχος κερασιού, περιέχει φλαβονοειδή και άλατα καλίου με ευεργετική δράση.
Αρωματοθεραπεία
Το κινεζικό αιθέριο έλαιο κανέλας χρησιμοποιείται για τον καθαρισμό και την υποστήριξη της λειτουργίας του ουροποιητικού συστήματος, μέσω της δράσης του στον ουροποιητικό σωλήνα. Επιπλέον, το αιθέριο έλαιο από ορεινό δενδριτικό αλμυρό (με αντιμικροβιακή δράση), σε συνδυασμό με τεϊόδεντρο (tea tree) —γνωστό για τις ισχυρές αντισηπτικές και αντιμολυσματικές του ιδιότητες— μπορούν, όταν αραιώνονται σε φυτικό έλαιο, να εφαρμοστούν τοπικά στην κάτω κοιλιακή χώρα, συμβάλλοντας έτσι στην αποτοξίνωση και ενίσχυση της τοπικής μικροκυκλοφορίας.
Διαβάστε όλο το περιοδικό Π’ 67 Σεπτεμβρίου
Προβιοτικά
Η χρήση προβιοτικών αποτελεί μια υποστηρικτική παρέμβαση σε κάθε περίπτωση όπου παρατηρείται ή αναμένεται διαταραχή της φυσιολογικής μικροχλωρίδας, με συνακόλουθο κίνδυνο μικροβιακής ανισορροπίας. Ιδιαίτερη σημασία έχει η χορήγησή τους σε γυναίκες που λαμβάνουν συστηματικά αντιβιοτικά, καθώς και σε περιπτώσεις αυξημένου κινδύνου εμφάνισης ουρογεννητικών λοιμώξεων. Σε τέτοιες περιπτώσεις, συνιστάται η επιλογή κατάλληλων στελεχών του γένους Lactobacillus, όπως το Lactobacillus crispatus, το οποίο έχει αποδεδειγμένη ικανότητα αποικισμού της κολπικής χλωρίδας.
Καθώς τα αντιβιοτικά συχνά διαταράσσουν τη φυσιολογική μικροβιακή ισορροπία του κόλπου και του εντέρου, η παράλληλη ή άμεση λήψη προβιοτικών σκευασμάτων μπορεί να συμβάλλει ουσιαστικά στην επαναφορά της ομοιόστασης. Αξίζει να σημειωθεί ότι ορισμένα στελέχη, όπως το Saccharomyces boulardii, δεν διαθέτουν επαρκή τεκμηρίωση για αποτελεσματικότητα στην κολπική περιοχή.
Σε περίπτωση υποτροπιάζουσας ουρολοίμωξης, η καθημερινή λήψη προβιοτικών μπορεί να ενταχθεί σε μακροχρόνιο προληπτικό σχήμα διάρκειας 3 έως 6 μηνών. Επίσης, η χρήση τους μπορεί να εξεταστεί σε άτομα με προδιαθεσικούς παράγοντες, όπως το κάπνισμα, η καθιστική ζωή ή η απουσία φυσικής άσκησης —καταστάσεις που συνδέονται με μεταβολές της μικροχλωρίδας.
Τέλος, σε ασθενείς με υποτροπιάζοντα επεισόδια βακτηριακής κολπίτιδας ή ουρολοίμωξης, η περιοδική χορήγηση προβιοτικών σε κύκλους 2–3 φορές ετησίως μπορεί να συμβάλει ουσιαστικά στη μείωση των υποτροπών και στην αποφυγή μακροχρόνιας χρήσης αντιβιοτικών.
Από την ΒΑΣΙΛΙΚΉ ΤΣΑΝΤΉΛΑ, Φαρμακοποιό