Η δημοτικότητα των εγκεκριμένων από τον FDA φαρμάκων απώλειας βάρους έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, με τη ζήτηση να φτάνει πλέον σε μονάδες μακροχρόνιας φροντίδας. Όταν συνταγογραφούνται σωστά, τα φάρμακα απώλειας βάρους μπορούν να βελτιώσουν την υγεία συνολικά και την ποιότητα ζωής των ασθενών.
Ωστόσο, η χρήση τους σε πληθυσμούς μακροχρόνιας φροντίδας – όπου τα μέλη τους είναι συνήθως προχωρημένης ηλικίας, ευπαθή ή με γνωστική έκπτωση – παρουσιάζει ιδιαίτερες προκλήσεις. Οι φαρμακοποιοί διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη διασφάλιση της ασφαλούς και αποτελεσματικής χρήσης αυτών των φαρμάκων στα συγκεκριμένα περιβάλλοντα.

Τα φάρμακα που έχουν εγκριθεί για τη χρόνια διαχείριση του βάρους περιλαμβάνουν ενέσιμες θεραπείες, όπως η σεμαγλουτίδη, η τιρζεπατίδη και η λιραγλουτίδη, καθώς και από του στόματος σκευάσματα όπως ο συνδυασμός φαιντερμίνης/τοπιραμάτης, ναλτρεξόνης/βουπροπιόνης και ορλιστάτη.
Αυτά τα φάρμακα ενδείκνυνται γενικά για ασθενείς με δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) 30 ή μεγαλύτερο, ή για ασθενείς με ΔΜΣ 27 ή μεγαλύτερο με τουλάχιστον μία συννοσηρότητα, όπως υπέρταση ή διαβήτη.
Ιδιαίτερα αποτελεσματικές θεωρούνται η σεμαγλουτίδη (αγωνιστής του υποδοχέα GLP-1) και η τιρζεπατίδη (διπλός αγωνιστής GIP/GLP-1). Σε κλινικές δοκιμές, φαίνεται ότι μπορούν να επιτύχουν μέση μείωση του σωματικού βάρους περίπου 15% και έως 20% αντίστοιχα, σε σχέση με το αρχικό επίπεδο.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι αυτά τα φάρμακα είναι πιο αποτελεσματικά όταν συνδυάζονται με αλλαγές στον τρόπο ζωής, όπως μια υγιεινή διατροφή και τακτική άσκηση.
Οι προκλήσεις στη μακροχρόνια φροντίδα
Η χορήγηση φαρμάκων για την απώλεια βάρους σε μονάδες μακροχρόνιας φροντίδας παρουσιάζει αρκετές προκλήσεις, όπως η ανάγκη αξιολόγησης της καταλληλότητας των ασθενών, ιδιαίτερα σε πληθυσμούς με πολυφαρμακία, ευπάθεια ή γνωστική εξασθένιση. Επιπλέον ζητήματα όπως η οργάνωση της χορήγησης των ενέσεων και η συνεχής παρακολούθηση περιπλέκουν το ζήτημα της συνολικής διαχείρισης.
Όπως όλα τα φάρμακα, έτσι και οι αγωνιστές των υποδοχέων GLP-1 και GIP/GLP-1, καθώς και άλλα φάρμακα απώλειας βάρους, ενέχουν τον κίνδυνο ανεπιθύμητων ενεργειών. Οι πιο συχνές περιλαμβάνουν γαστρεντερικές διαταραχές, όπως ναυτία, εμετό και διάρροια, αφυδάτωση, απώλεια άλιπης μάζας σώματος, υπογλυκαιμία σε ασθενείς με διαβήτη και ορθοστατική υπόταση.
Κάθε μία από αυτές τις ανεπιθύμητες ενέργειες ενέχει πρόσθετο κίνδυνο πτώσεων και αδυναμίας σε ηλικιωμένους πληθυσμούς και άτομα με σύνθετες ιατρικές ανάγκες. Ως εκ τούτου, πριν από την έναρξη ενός προγράμματος, θα πρέπει να αξιολογείται προσεκτικά η καταλληλότητά του και οι ασθενείς θα πρέπει να παρακολουθούνται τακτικά από τον γιατρό τους, ώστε να διασφαλίζεται το όφελος χωρίς υπερβολική απώλεια βάρους ή αφυδάτωση.
Η πολυφαρμακία, που ορίζεται συνήθως ως η ταυτόχρονη χρήση πέντε ή περισσότερων φαρμάκων, αποτελεί ιδιαίτερη πρόκληση στον πληθυσμό μακροχρόνιας φροντίδας. Ο ρόλος του φαρμακοποιού είναι κομβικός για την παρακολούθηση των φαρμακευτικών σχημάτων για πιθανές αλληλεπιδράσεις μεταξύ φαρμάκων απώλειας βάρους και άλλων φαρμάκων.